Λουτρό στα ρουμανικά

Μετάφραση: λουτρό, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cadă, baie, baie de, de baie, baie cu
Λουτρό στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λουτρό

λουτρό των αέρηδων, λουτρό σφακίων, λουτρό σφακιά, λουτρό υπερήχων, λουτρό χανίων, λουτρό λεξικό γλώσσας ρουμανικά, λουτρό στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • λουστράρισμα στα ρουμανικά - polizare, lustruire, lustruit, de lustruire, de lustruit
  • λουστράρω στα ρουμανικά - polonez, lustru, șlefui, lustrui, curăța, înnoi
  • λουφάζω στα ρουμανικά - se încălzi, încălzi, bask, încălzească, se încălzească
  • λουφές στα ρουμανικά - haimanalâc, inactivitate, cineva dacă lenevește în, lenevirii, cineva dacă lenevește
Τυχαίες λέξεις
Λουτρό στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: cadă, baie, baie de, de baie, baie cu