Μανιβέλα στα ρουμανικά

Μετάφραση: μανιβέλα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
manivelă, cotit, pedalier, crank, cu manivelă
Μανιβέλα στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μανιβέλα

μανιβέλα πατρα, μανιβέλα τέντας, μανιβέλα αγγλικα, μανιβέλα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, μανιβέλα στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • μανιακός στα ρουμανικά - nebun, maniac, maniacul, maniac a
  • μανιασμένος στα ρουμανικά - feroce, vehement, salbatic, sălbatic, pline, pline de, wildly
  • μανικέτι στα ρουμανικά - manșetă, manseta, manșetei, cuff, bantă
  • μανιτάρι στα ρουμανικά - ciupercă, ciuperci, de ciuperci, ciuperca, ciupercilor
Τυχαίες λέξεις
Μανιβέλα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: manivelă, cotit, pedalier, crank, cu manivelă