Μολύνω στα ρουμανικά

Μετάφραση: μολύνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
polua, infecta, infecteze, a infecta, infectează, infecteaza
Μολύνω στα ρουμανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μολύνω

μολύνω στα αγγλικα, μολύνω μολυνει μολύνει, μολύνω συνώνυμο, μολύνω παρατατικός, μολύνω συνώνυμα, μολύνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, μολύνω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • μολυσματικός στα ρουμανικά - infecțios, infecțioasă, infectios, infecțioase, infectioasa
  • μολύβι στα ρουμανικά - creion, creionul, creion de, pencil, de creion
  • μομφή στα ρουμανικά - reproș, ocară, ocara, reproșa, de ocară
  • μονάδα στα ρουμανικά - unitate, unitate de, unitatea de, Cap, unități de
Τυχαίες λέξεις
Μολύνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: polua, infecta, infecteze, a infecta, infectează, infecteaza