Ξύλο στα ρουμανικά
Μετάφραση: ξύλο, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
lemn, pădure, lemnului, din lemn, de lemn, lemn de
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξύλο
ξύλο στη βουλή, ξύλο τικ, ξύλο καρυδιάς, ξύλο mdf, ξύλο γόφερ, ξύλο λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ξύλο στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ξύδι στα ρουμανικά - ort, oţet, oțet, otet, de oțet, oțet de, otetul
- ξύλινος στα ρουμανικά - de lemn, lemn, din lemn
- ξύνω στα ρουμανικά - racla, zgârietură, belea, scârțâit, bucluc
- ξύπνημα στα ρουμανικά - trezire, Deșteptare, Trezirea, Trezirii, Awakening
Τυχαίες λέξεις
Ξύλο στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: lemn, pădure, lemnului, din lemn, de lemn, lemn de
Μεταφράσεις: lemn, pădure, lemnului, din lemn, de lemn, lemn de