Συνήγορος στα ρουμανικά
Μετάφραση: συνήγορος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
avocat, adept, sfat, sfatul, consilier, consilierul
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνήγορος
συνήγορος του καταναλωτή τηλ, συνήγορος του μετανάστη, συνήγορος καταναλωτή, συνήγορος του πολίτη email, συνήγορος του πολίτη, συνήγορος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, συνήγορος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- συνέταιρος στα ρουμανικά - partener, partenerul, partener de, partenerului, partenere
- συνέχεια στα ρουμανικά - reluare, continuitate, continuitatea, continuității, de continuitate, continuitatii
- συνήθεια στα ρουμανικά - obicei, obiceiul, obiceiul de, obișnuință, obicei de
- συνήθης στα ρουμανικά - obişnuit, obișnuit, obicei, de obicei, obișnuită, uzuală
Τυχαίες λέξεις
Συνήγορος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: avocat, adept, sfat, sfatul, consilier, consilierul
Μεταφράσεις: avocat, adept, sfat, sfatul, consilier, consilierul