Συνοψίζω στα ρουμανικά
Μετάφραση: συνοψίζω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
cataloga, totalizează, netezi, clasifica
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνοψίζω
συνοψίζω english, συνοψίζω στα αγγλικά, συνοψιζω συνώνυμο, συνοψίζω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, συνοψίζω στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- συνοφρυώνομαι στα ρουμανικά - se încrunta, încruntare, încrunta, încruntătură, încruntă
- συνοχή στα ρουμανικά - coerenţă, coeziune, de coeziune, coeziunea, coeziunii, a coeziunii
- συντάκτης στα ρουμανικά - editor, redactor, principal Editor, editor de, editorul
- συντάσσω στα ρουμανικά - redacta, separe, să separe, redacteze, a redacta
Τυχαίες λέξεις
Συνοψίζω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: cataloga, totalizează, netezi, clasifica
Μεταφράσεις: cataloga, totalizează, netezi, clasifica