Φασόλι στα ρουμανικά
Μετάφραση: φασόλι, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
fasole, de fasole, boabe, bob, bean
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: φασόλι
φασόλι καλλιέργεια, φασόλι ποικιλίες, φασόλι πάτρα, φασόλι ροβίτσα, φασόλι ιπποκράτους, φασόλι λεξικό γλώσσας ρουμανικά, φασόλι στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- φασκομηλιά στα ρουμανικά - salvia, salvie, înțelept, sage, de salvie
- φασκόμηλο στα ρουμανικά - salvia, salvie, înțelept, sage, de salvie
- φατρία στα ρουμανικά - clan, facțiune, fracțiunii, Fracțiunea, fracțiune, fractiunii
- φαυλότητα στα ρουμανικά - răutate, răutatea, răutății, stricăciunea, stricăciune
Τυχαίες λέξεις
Φασόλι στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: fasole, de fasole, boabe, bob, bean
Μεταφράσεις: fasole, de fasole, boabe, bob, bean