Άντληση στα ρωσικά

Μετάφραση: άντληση, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
сосание, всасывание, присасывание, приём, накачка, накачки, насосная, насосной, откачки
Άντληση στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άντληση

άντληση πετρελαίου, άντληση συνώνυμα, άντληση νερού από πηγάδι, άντληση πληροφοριών από τον παγκόσμιο ιστό, άντληση νερού, άντληση λεξικό γλώσσας ρωσικά, άντληση στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • άνομος στα ρωσικά - бесчестный, гнусный, нечестивый, низкий, беззаконный, Лоулесс, беззаконной, ...
  • άνοστος στα ρωσικά - мягкий, ласковый, скучный, вкрадчивый, вялый, бессодержательный, плоский, ...
  • άντρας στα ρωσικά - соотечественница, спутник, малый, мальчуган, хват, головушка, сутяга, ...
  • άντρο στα ρωσικά - пещера, полость, каверна, пещеру, пещере
Τυχαίες λέξεις
Άντληση στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: сосание, всасывание, присасывание, приём, накачка, накачки, насосная, насосной, откачки