Αβαείο στα ρωσικά
Μετάφραση: αβαείο, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
монастырь, аббатство, аббат, Abbey, аббатства, аббатством
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αβαείο
αβαείο του μον σεν μισέλ, αβαείο του thelema cefalu σικελία ιταλία, αβαείο ηλιουπολη, αβαείο βόλος, αβαείο του thelema, αβαείο λεξικό γλώσσας ρωσικά, αβαείο στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- αβάκιο στα ρωσικά - абак, счеты, счёты, Abacus, абакуса
- αβέβαιος στα ρωσικά - сомнительный, неурочный, ненадежный, неуверенный, сомневающийся, неопределенный, изменчивый, ...
- αβεβαιότητα στα ρωσικά - нерешительность, неуверенность, неопределенность, изменчивость, нетвердость, неизвестность, неопределенности, ...
- αβλεψία στα ρωσικά - присмотр, оплошность, надзор, упущение, недосмотр, надзора, недосмотр и, ...
Τυχαίες λέξεις
Αβαείο στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: монастырь, аббатство, аббат, Abbey, аббатства, аббатством
Μεταφράσεις: монастырь, аббатство, аббат, Abbey, аббатства, аббатством