Απλουστεύω στα ρωσικά

Μετάφραση: απλουστεύω, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
упростить, упрощения, упрощают, упрощение, упрощает
Απλουστεύω στα ρωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απλουστεύω

απλουστεύω συνωνυμο, απλουστεύω λεξικό γλώσσας ρωσικά, απλουστεύω στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • απλοποίηση στα ρωσικά - упрощение, упрощения, упрощением, упрощению, облегчение
  • απλοποιώ στα ρωσικά - упрощать, упростить, aplopoio
  • απλοχέρης στα ρωσικά - экстравагантный, бессмысленный, сумасбродный, нелепый, химерический, несуразный, помпезный, ...
  • απλοϊκός στα ρωσικά - покладистый, поспешный, легкий, уступчивый, снисходительный, податливый, поверхностный, ...
Τυχαίες λέξεις
Απλουστεύω στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: упростить, упрощения, упрощают, упрощение, упрощает