Αστικός στα ρωσικά

Μετάφραση: αστικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
городской, городского, городских, городская, городское
Αστικός στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αστικός

αστικός τουρισμός, αστικός συνεταιρισμός περιορισμένης ευθύνης, αστικός κώδικας στα αγγλικά, αστικός συνεταιρισμός κοινωνικού σκοπού, αστικός μύθος, αστικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, αστικός στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • αστερισμός στα ρωσικά - констелляция, созвездие, Constellation, созвездия, созвездии, группировка
  • αστιγματικός στα ρωσικά - астигматический, астигматическое, астигматическая, астигматического, астигматическим
  • αστοχώ στα ρωσικά - сударыня, девушка, загрустить, девочка, прогулять, хватиться, непопадание, ...
  • αστράγαλος στα ρωσικά - косточка, лодыжка, щиколотка, костяшка, лодыжки, голеностопного, лодыжку, ...
Τυχαίες λέξεις
Αστικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: городской, городского, городских, городская, городское