Βαθούλωμα στα ρωσικά
Μετάφραση: βαθούλωμα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
выщербить, выемка, выщерблять, вмятина, углубление, Дент, Dent, вмятины, вмятина и
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βαθούλωμα
βαθούλωμα κρανίου, βαθούλωμα στο στέρνο, βαθούλωμα αυτοκινήτου, βαθούλωμα στα νύχια, βαθούλωμα στο αυτοκίνητο, βαθούλωμα λεξικό γλώσσας ρωσικά, βαθούλωμα στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- βαθουλωμένος στα ρωσικά - пустой, дуплистый, рытвина, углубление, пустота, впалый, впадина, ...
- βαθουλώνω στα ρωσικά - выщерблять, выщербить, выемка, вмятина, углубление, Дент, Dent, ...
- βαθυστόχαστος στα ρωσικά - глубокомысленный, абсолютный, мудрый, фундаментальный, полный, углубленный, глубокий, ...
- βαθύς στα ρωσικά - полный, абсолютный, темный, погруженный, глубина, многоводный, беспробудный, ...
Τυχαίες λέξεις
Βαθούλωμα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: выщербить, выемка, выщерблять, вмятина, углубление, Дент, Dent, вмятины, вмятина и
Μεταφράσεις: выщербить, выемка, выщерблять, вмятина, углубление, Дент, Dent, вмятины, вмятина и