Δηλητηρίαση στα ρωσικά

Μετάφραση: δηλητηρίαση, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
порча, отравление, развращение, отравления, отравлений, отравлении, отравлением
Δηλητηρίαση στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δηλητηρίαση

δηλητηρίαση απο αυγό, δηλητηρίαση σκύλου, δηλητηρίαση από μύδια, δηλητηρίαση από νερό, δηλητηρίαση γάτας, δηλητηρίαση λεξικό γλώσσας ρωσικά, δηλητηρίαση στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • δεύτερος στα ρωσικά - вторичный, поддержать, момент, другой, мгновение, добавочный, помогать, ...
  • δηκτικός στα ρωσικά - злой, обидный, издевательский, едкий, разносный, жестокий, оскорбительный, ...
  • δηλητηριώδης στα ρωσικά - поганый, отравляющий, ядовитый, отвратительный, противный, ядовиты, ядовитые, ...
  • δηλώνω στα ρωσικά - называть, обнаруживать, объявить, открыться, признавать, объявлять, показывать, ...
Τυχαίες λέξεις
Δηλητηρίαση στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: порча, отравление, развращение, отравления, отравлений, отравлении, отравлением