Δοχείο στα ρωσικά

Μετάφραση: δοχείο, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
кадушка, чан, ушат, бак, кадка, кубы, цистерна, куб, бочка, контейнер, контейнера, контейнерных, контейнерный
Δοχείο στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοχείο

δοχείο αδράνειας, δοχείο εκκίνησης για άναμμα κάρβουνων, δοχείο διαστολής, δοχείο διαστολής καλοριφερ, δοχείο διαστολής wilo, δοχείο λεξικό γλώσσας ρωσικά, δοχείο στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • δουλειές στα ρωσικά - специальность, поверенный, предпринимательство, занятие, коммерция, хозяйственник, труд, ...
  • δουλεύω στα ρωσικά - потрудиться, произведение, сползти, дослужить, рабочий, бродить, трудиться, ...
  • δούλος στα ρωσικά - раба, робот, труженик, работяга, рабыня, невольник, раб, ...
  • δράκος στα ρωσικά - змей, карабинер, карабин, дракон, змий, дуэнья, Dragon, ...
Τυχαίες λέξεις
Δοχείο στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: кадушка, чан, ушат, бак, кадка, кубы, цистерна, куб, бочка, контейнер, контейнера, контейнерных, контейнерный