Εμπειρία στα ρωσικά

Μετάφραση: εμπειρία, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
опыт, изведать, навык, опытность, испытывать, переживание, испытать, изведывать, опробовать, опыта, опытом, опыт работы
Εμπειρία στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εμπειρία

εμπειρία εκδοτική, εμπειρία ζωής, εμπειρία ετυμολογία, εμπειρία και εκπαίδευση dewey, εμπειρία συνώνυμα, εμπειρία λεξικό γλώσσας ρωσικά, εμπειρία στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • εμπαικτικός στα ρωσικά - насмехаться, насмешливый, издевательский, осмеяние, насмешливая, насмешливо, насмешливое
  • εμπεδώνω στα ρωσικά - укрепить, твердеть, утвердиться, упрочить, укрепиться, упрочивать, крепить, ...
  • εμπειρογνώμονας στα ρωσικά - искусный, референт, дока, наторелый, врач-консультант, практик, консультант, ...
  • εμπειρογνώμων στα ρωσικά - мастак, юрисконсульт, референт, советник, экспертный, практик, наторелый, ...
Τυχαίες λέξεις
Εμπειρία στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: опыт, изведать, навык, опытность, испытывать, переживание, испытать, изведывать, опробовать, опыта, опытом, опыт работы