Κυνικός στα ρωσικά
Μετάφραση: κυνικός, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бесстыдный, циничный, цинический, клык, собачий, собак, собачьей, собачьего
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυνικός
κυνικός διογένης, κυνικός φιλόσοφος, κυνικός λεξικό, κυνικός συνώνυμο, κυνικός φιλόσοφος μένιππος, κυνικός λεξικό γλώσσας ρωσικά, κυνικός στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- κυνηγός στα ρωσικά - завсегдатай, ловец, зверолов, охотник, гунтер, зверобой, егерь, ...
- κυνηγώ στα ρωσικά - преследование, охотиться, гончая, свора, черенок, гон, рыскать, ...
- κυνισμός στα ρωσικά - цинизм, циничность, цинизма, цинизмом, цинизме
- κυοφορία στα ρωσικά - беременность, созревание, беременности, гестации, созревания
Τυχαίες λέξεις
Κυνικός στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: бесстыдный, циничный, цинический, клык, собачий, собак, собачьей, собачьего
Μεταφράσεις: бесстыдный, циничный, цинический, клык, собачий, собак, собачьей, собачьего