Σούπα στα ρωσικά

Μετάφραση: σούπα, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
уха, похлёбка, оживлять, живость, суп, нитроглицерин, похлебка, супы, супа, Soup, суп из
Σούπα στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σούπα

σούπα μινεστρόνε, σούπα αποτοξίνωσης, σούπα φιδέ, σούπα λαχανικών, σούπα τραχανά, σούπα λεξικό γλώσσας ρωσικά, σούπα στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • σοφιστικέ στα ρωσικά - сложный, опытный, подложный, обманчивый, фальсифицированный, поддельный, складной, ...
  • σοφός στα ρωσικά - разумный, педагогичный, вещий, замысловатый, способ, знающий, рассудительный, ...
  • σούπερ στα ρωσικά - фигурант, отличный, статист, отменный, супер, очень, высшего, ...
  • σπάζω στα ρωσικά - перемена, взламывать, прервать, приучать, выбиваться, крушить, делить, ...
Τυχαίες λέξεις
Σούπα στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: уха, похлёбка, оживлять, живость, суп, нитроглицерин, похлебка, супы, супа, Soup, суп из