Συμμέτοχος στα ρωσικά

Μετάφραση: συμμέτοχος, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
участвующий, участник, участником, участника, участников, из участников
Συμμέτοχος στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συμμέτοχος

συμμέτοχος συνώνυμα, συμμέτοχος λεξικό γλώσσας ρωσικά, συμμέτοχος στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • συμβούλιο στα ρωσικά - советник, рада, собор, совещание, совет, райсовет, муниципалитет, ...
  • συμβόλαιο στα ρωσικά - суживать, сокращаться, сделка, соглашение, подряд, сжиматься, условие, ...
  • συμμαχία στα ρωσικά - федерация, объединение, родство, общность, союз, альянс, Alliance, ...
  • συμμαχικός στα ρωσικά - союзный, близкий, родственный, сродный, сопредельный, союзнический, объединенный, ...
Τυχαίες λέξεις
Συμμέτοχος στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: участвующий, участник, участником, участника, участников, из участников