Τουφέκι στα ρωσικά

Μετάφραση: τουφέκι, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
нарез, винтовка, мушкет, обдирать, ружье, трёхлинейка, винтовки, винтовку, винтовкой
Τουφέκι στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τουφέκι

τουφέκι μάνλιχερ, τουφέκι ελεύθερους σκοπευτές, τουφέκι του 1821, τουφέκι βικιπαίδεια, τυφέκιο fn, τουφέκι λεξικό γλώσσας ρωσικά, τουφέκι στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • τουρσί στα ρωσικά - замариновать, рассол, маринад, разносол, маринады, мариновать, соленья, ...
  • τουρτουρίζω στα ρωσικά - вздрагивать, обломок, ежиться, осколок, дрожь, дрогнуть, дрожать, ...
  • τούβλο στα ρωσικά - тупица, остолоп, болван, идиот, оболтус, кирпич, кирпичный, ...
  • τούνδρα στα ρωσικά - тундра, тундры, тундре, тундр, тундровые
Τυχαίες λέξεις
Τουφέκι στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: нарез, винтовка, мушкет, обдирать, ружье, трёхлинейка, винтовки, винтовку, винтовкой