Άντληση στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: άντληση, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
пумпна, пумпни, пумпање, препумпната, транспорт на
Άντληση στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: άντληση

άντληση πετρελαίου, άντληση συνώνυμα, άντληση νερού από πηγάδι, άντληση πληροφοριών από τον παγκόσμιο ιστό, άντληση νερού, άντληση λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, άντληση στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • άνομος στα σλαβομακεδονικά - заднината, нелегален, беззаконие, беззаконски, незаконско
  • άνοστος στα σλαβομακεδονικά - разводнен, гола вода
  • άντρας στα σλαβομακεδονικά - човек, човекот, маж, мажот
  • άντρο στα σλαβομακεδονικά - пештерска, пештера, Пештерата, каверна, Каверн
Τυχαίες λέξεις
Άντληση στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: пумпна, пумпни, пумпање, препумпната, транспорт на