Ίνδαλμα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ίνδαλμα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
идол, идолот, идолско
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ίνδαλμα
ίνδαλμα συνώνυμο, το ίνδαλμα, ίνδαλμα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ίνδαλμα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ίκτερος στα σλαβομακεδονικά - жолтицата, жолтица, иктерус
- ίνα στα σλαβομακεδονικά - влакното, влакна, фибер, оптички, влакно, растителни влакна
- ίρις στα σλαβομακεδονικά - ирис, отворот, ирисот, зеницата, капак
- ίσιος στα σλαβομακεδονικά - директно, прав, право, права, исправен
Τυχαίες λέξεις
Ίνδαλμα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: идол, идолот, идолско
Μεταφράσεις: идол, идолот, идолско