Αντιφάσκω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: αντιφάσκω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
tergiversate
Αντιφάσκω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αντιφάσκω

φάσκω αντιφάσκω, αντιφάσκω συνωνυμο, αντιφάσκω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αντιφάσκω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • αντιτίθεμαι στα σλαβομακεδονικά - објект за, објект на, објект за да, објект да, објектот да
  • αντιτείνω στα σλαβομακεδονικά - забелешката, одбијам, двоумење
  • αντιφατικός στα σλαβομακεδονικά - контрадикторна, противречни, контрадикторен, контрадикторни, контрадикторно
  • αντλία στα σλαβομακεδονικά - срце, пумпа, пумпи, пумпата, пумпа за, пумпни
Τυχαίες λέξεις
Αντιφάσκω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: tergiversate