Αποκληρώνω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: αποκληρώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
disinherit
Αποκληρώνω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποκληρώνω

αποκληρώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αποκληρώνω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • αποκλειστικός στα σλαβομακεδονικά - ексклузивни, ексклузивен, ексклузивна, ексклузивното, ексклузивно
  • αποκλειστικότητα στα σλαβομακεδονικά - исклучивост, ексклузивност, ексклузивноста, ексклузивитет
  • αποκολλώ στα σλαβομακεδονικά - разлепвам
  • αποκοπή στα σλαβομακεδονικά - стандард, стандардот, стандардни, стандардна, стандарден
Τυχαίες λέξεις
Αποκληρώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: disinherit