Γέφυρα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: γέφυρα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
мостот, мост, мостови
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: γέφυρα
γέφυρα ρίου - αντιρρίου, γέφυρα ρίου, γέφυρα ανόρθωσης, γέφυρα χαρίλαος τρικούπης, γέφυρα κόμμα, γέφυρα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, γέφυρα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- γέρνω στα σλαβομακεδονικά - дисторзии, провисване, спадам, поддавам
- γέρος στα σλαβομακεδονικά - стар, старите, стари, стариот, стара
- γήινος στα σλαβομακεδονικά - земен, земниот, земните, земното, земски
- γήρανση στα σλαβομακεδονικά - стареење, стареењето, старее, стареење на, стареењето на
Τυχαίες λέξεις
Γέφυρα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: мостот, мост, мостови
Μεταφράσεις: мостот, мост, мостови