Δεσπόζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: δεσπόζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
надвишавам
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεσπόζω
δεσπόζω βικιλεξικο, δεσπόζω λεξικο, θεσπίζω ορισμός, δεσπόζω ετυμολογία, δεσπόζω συνώνυμα, δεσπόζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, δεσπόζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- δεσποινίς στα σλαβομακεδονικά - девојката, Госпоѓица
- δεσποτικός στα σλαβομακεδονικά - маестрално, маестрална, мајсторски, маестрално дело, маестралната
- δευτερεύων στα σλαβομακεδονικά - средно, средните, секундарна, средното, секундарни
- δευτερόλεπτο στα σλαβομακεδονικά - вториот, втора, втората, втор, второто
Τυχαίες λέξεις
Δεσπόζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: надвишавам
Μεταφράσεις: надвишавам