Εξακριβώνω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: εξακριβώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
да утврди, утврди, се утврди, утврдат, да утврдува
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εξακριβώνω
εξακριβώνω english, εξακριβώνω συνώνυμα, εξακριβώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εξακριβώνω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- εξακολουθώ στα σλαβομακεδονικά - продолжи, продолжуваат, да продолжи, продолжат, продолжи со
- εξακοντίζω στα σλαβομακεδονικά - пука, пукаат, снимате, фотографира, пука на
- εξαλείφω στα σλαβομακεδονικά - лечење, избрише
- εξαναγκάζω στα σλαβομακεδονικά - силата, насилството, сплашвам
Τυχαίες λέξεις
Εξακριβώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: да утврди, утврди, се утврди, утврдат, да утврдува
Μεταφράσεις: да утврди, утврди, се утврди, утврдат, да утврдува