Επίκαιρος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: επίκαιρος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тематски, Речникот, актуелни, актуелна, локална
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίκαιρος
επίκαιρος translation, θουκυδίδης επίκαιρος, επίκαιρος συνώνυμα, επίκαιροσ μετάφραση, επίκαιρος συνώνυμο, επίκαιρος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, επίκαιρος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- επίθεση στα σλαβομακεδονικά - силувањето, напад, нападот, напади, удар, нападите
- επίθετο στα σλαβομακεδονικά - придавката, придавка, придавките, адјективот, прилагателно
- επίκληση στα σλαβομακεδονικά - Консултацијата, повикување, повик, инвокација, повикувањето
- επίκριση στα σλαβομακεδονικά - критика, критики, критиките, критиката, критицизам
Τυχαίες λέξεις
Επίκαιρος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: тематски, Речникот, актуелни, актуелна, локална
Μεταφράσεις: тематски, Речникот, актуелни, актуелна, локална