Εργατικός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: εργατικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
прилежен, трудољубив, вредните, вредни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εργατικός
εργατικός νόμος, εργατικός αγώνας blogspot, εργατικός αγώνας, εργατικός κώδικας, εργατικός τουρισμός, εργατικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, εργατικός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- εργασία στα σλαβομακεδονικά - работа, работата, работи, дело, работат
- εργαστήριο στα σλαβομακεδονικά - лабораторија, лабораториски, лабораториска, лабораторијата, лабораторија за
- εργοδηγός στα σλαβομακεδονικά - старче, светло, Менхетен, работодавач
- εργοδότης στα σλαβομακεδονικά - работодавачот, работодавач, работодавецот, работодавец, на работодавачот
Τυχαίες λέξεις
Εργατικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: прилежен, трудољубив, вредните, вредни
Μεταφράσεις: прилежен, трудољубив, вредните, вредни