Ετήσιος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ετήσιος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
годишниот, годишен, годишни, годишна, годишно
Ετήσιος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ετήσιος

ετήσιος πληθωρισμός 2011, ετήσιος χρόνος απασχόλησης τεχνικού ασφάλειας και ιατρού εργασίας, ετήσιος πληθωρισμός 2013, ετήσιος προγραμματισμός νηπιαγωγείου, ετήσιος πληθωρισμός 2012, ετήσιος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ετήσιος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • εσώρουχα στα σλαβομακεδονικά - долна облека, долен веш, долна, гаќите, гаќи
  • ετήσια στα σλαβομακεδονικά - годишно, годишни, годишните, годишна, годишен
  • εταίρα στα σλαβομακεδονικά - куртизана, Куртизаната, куртизанка
  • εταιρία στα σλαβομακεδονικά - општеството, општество, организации, на општеството
Τυχαίες λέξεις
Ετήσιος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: годишниот, годишен, годишни, годишна, годишно