Καθημερινός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: καθημερινός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
секојдневно, дневно, дневна, дневен, дневни
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθημερινός
καθημερινός συνώνυμο, καθημερινόσ συνώνυμα, καθημερινός καθαρισμός προσώπου, καθημερινός πολιτισμός, καθημερινός πονοκέφαλος, καθημερινός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καθημερινός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- καθηγήτρια στα σλαβομακεδονικά - професор, професорот, професор по, професор на, проф
- καθηγητής στα σλαβομακεδονικά - професор, професорот, професор по, професор на, проф
- καθησυχάζω στα σλαβομακεδονικά - tranquilize
- καθησύχαση στα σλαβομακεδονικά - успокојување, уверување, сигурност, спокојство, охрабрување
Τυχαίες λέξεις
Καθημερινός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: секојдневно, дневно, дневна, дневен, дневни
Μεταφράσεις: секојдневно, дневно, дневна, дневен, дневни