Κυνήγι στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κυνήγι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ловот, лов, ловството, ловечки, лов на
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κυνήγι
κυνήγι φάσσας, κυνήγι μαγισσών, κυνήγι τσίχλας, κυνήγι θησαυρού, κυνήγι θησαυρού για παιδιά, κυνήγι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κυνήγι στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κυμαίνομαι στα σλαβομακεδονικά - врти, флуктуираат, флуктуира, се врти, се променат
- κυματισμός στα σλαβομακεδονικά - тресење
- κυνηγός στα σλαβομακεδονικά - ловец, ловецот, Хантер, ловец на, Hunter
- κυνηγώ στα σλαβομακεδονικά - ловот, бркотница, потера, Чејс, бркаат, бркотница со
Τυχαίες λέξεις
Κυνήγι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: ловот, лов, ловството, ловечки, лов на
Μεταφράσεις: ловот, лов, ловството, ловечки, лов на