Μέτοχος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: μέτοχος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
акционер, акционерот, сопственик, акционерите, акционери
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μέτοχος
βασικόσ μέτοχοσ, μέτοχος ορισμός, κυρίαρχος μέτοχος, αφανήσ μέτοχοσ, μέτοχος αγγλικα, μέτοχος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μέτοχος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- μέσον στα σλαβομακεδονικά - медиум, среден, средни, средно, средна
- μέσος στα σλαβομακεδονικά - просечната, просечен, просек, просечна, просекот
- μέτρηση στα σλαβομακεδονικά - мерење, мерење на, мерни, мерењето, мерна
- μέτριος στα σλαβομακεδονικά - умерен, умерени, умерено, умерениот, умерена
Τυχαίες λέξεις
Μέτοχος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: акционер, акционерот, сопственик, акционерите, акционери
Μεταφράσεις: акционер, акционерот, сопственик, акционерите, акционери