Μαυλίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: μαυλίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
помошник, отскок, угодуваат, и угодуваат, макро
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μαυλίζω
μαυλίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μαυλίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ματιά στα σλαβομακεδονικά - погледнете, изгледа, гледам, погледне, изгледаат
- ματώνω στα σλαβομακεδονικά - крварат, искрвари, крвари, да искрвари, исцедете
- μαυρίζω στα σλαβομακεδονικά - знак, char, ка, знаковите
- μαυροπίνακας στα σλαβομακεδονικά - табла, таблата
Τυχαίες λέξεις
Μαυλίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: помошник, отскок, угодуваат, и угодуваат, макро
Μεταφράσεις: помошник, отскок, угодуваат, и угодуваат, макро