Μειοψηφία στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: μειοψηφία, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
малцинство, малцинствата, малцинските, малцинска, малцински
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μειοψηφία
καταστατική μειοψηφία, μειοψηφία ορισμός, αναστέλλουσα μειοψηφία, μαχόμενη μειοψηφία, μειοψηφία λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μειοψηφία στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- μεθύστακας στα σλαβομακεδονικά - рум
- μειονέκτημα στα σλαβομακεδονικά - Шкарт, недостаток, неповолност, неповолна, штета
- μειώνομαι στα σλαβομακεδονικά - бледнее, опаѓање, опаѓа, исчезнуваат
- μειώνω στα σλαβομακεδονικά - редуцираат, скратат, лишавам, скрати, ќе се скратат
Τυχαίες λέξεις
Μειοψηφία στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: малцинство, малцинствата, малцинските, малцинска, малцински
Μεταφράσεις: малцинство, малцинствата, малцинските, малцинска, малцински