Μεσάζοντας στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: μεσάζοντας, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
брокер, брокерот, посредник, брокерски
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεσάζοντας
μεσάζοντας λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, μεσάζοντας στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- μερικώς στα σλαβομακεδονικά - делумно, делумно се, делумно и, делумно е, делумно го
- μερσίνη στα σλαβομακεδονικά - Мерсин, Mersin, на Мерсин
- μεσάζων στα σλαβομακεδονικά - посредникот, посредник, посредниците
- μεσάνυχτα στα σλαβομακεδονικά - полноќ, на полноќ, полноќна, полноќ во
Τυχαίες λέξεις
Μεσάζοντας στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: брокер, брокерот, посредник, брокерски
Μεταφράσεις: брокер, брокерот, посредник, брокерски