Ντροπαλός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ντροπαλός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
срамежлив, срамежлива, срамежливи, срами, срамежливо
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ντροπαλός
είναι ντροπαλός, ντροπαλός ελευσίνας, ντροπαλός συνώνυμα, ντροπαλός άντρας, είμαι ντροπαλός, ντροπαλός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ντροπαλός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ντους στα σλαβομακεδονικά - туш, за туширање, туширање, туш кабина
- ντροπή στα σλαβομακεδονικά - срамот, срам, срамота, срамно, штета
- ντροπαλότητα στα σλαβομακεδονικά - срамежливост, срамежливоста, претпазливоста, срамот
- ντόμπρος στα σλαβομακεδονικά - отворен, отворениот, искрен, истакнат
Τυχαίες λέξεις
Ντροπαλός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: срамежлив, срамежлива, срамежливи, срами, срамежливо
Μεταφράσεις: срамежлив, срамежлива, срамежливи, срами, срамежливо