Ξεσηκώνω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: ξεσηκώνω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
разбуди, се разбуди, ги разбуди, поттикнување, поттикне
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ξεσηκώνω
ξεσηκώνω συνώνυμα, ξεσηκώνω συνώνυμο, ξεσηκώνω english, ξεσηκώνω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ξεσηκώνω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- ξερός στα σλαβομακεδονικά - сув, сува, суво, суви, сувата
- ξεσήκωμα στα σλαβομακεδονικά - востание, востанието, бунт, бунтот
- ξεσκεπάζω στα σλαβομακεδονικά - разоткрие, најдеш, открие, ги открие, откријат
- ξεσπώ στα σλαβομακεδονικά - рафал, изблик, излив, каписла, пукна
Τυχαίες λέξεις
Ξεσηκώνω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: разбуди, се разбуди, ги разбуди, поттикнување, поттикне
Μεταφράσεις: разбуди, се разбуди, ги разбуди, поттикнување, поттикне