Ολική στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ολική, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
Вкупниот, вкупно, вкупната, вкупното, Вкупно со
Ολική στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ολική

ολική αρθροπλαστική ισχίου, ολική έκλειψη ηλίου, ολική υστερεκτομή, ολική παύση απασχόλησης προσωπικού, ολική ανάκλαση, ολική λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ολική στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ολίσθημα στα σλαβομακεδονικά - се лизга, лизга, лизгање, пролизгување, на лизгање
  • ολιγολογία στα σλαβομακεδονικά - taciturnity
  • ολικός στα σλαβομακεδονικά - Вкупниот, вкупно, вкупната, вкупното, Вкупно со
  • ολισθηρός στα σλαβομακεδονικά - лизгава, лизгави, лизгав, лизгавиот, лизгавите
Τυχαίες λέξεις
Ολική στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: Вкупниот, вкупно, вкупната, вкупното, Вкупно со