Πελώριος στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: πελώριος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ораторство, снажниот, огромен, силно да ù бие
Πελώριος στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πελώριος

πελώριος ετυμολογία, πελώριος συνώνυμα, πελώριος σμάραγδος, πελώριος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πελώριος στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • πελεκώ στα σλαβομακεδονικά - hew
  • πελούζα στα σλαβομακεδονικά - Peluso
  • πεμπτουσία στα σλαβομακεδονικά - квинтесенција, квинтесенцијата
  • πενήντα στα σλαβομακεδονικά - педесет, педесетина, педесет и, од педесет
Τυχαίες λέξεις
Πελώριος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: ораторство, снажниот, огромен, силно да ù бие