Πλοίο στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: πλοίο, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
брод, бродот, на брод, бродови
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πλοίο
πλοίο ελευθέριος βενιζέλος, πλοίο ασφαλείας, πλοίο αριάδνη, πλοίο αδαμάντιος κοραής, πλοίο sewol, πλοίο λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, πλοίο στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- πληρώνω στα σλαβομακεδονικά - плаќа, се плаќа, да плаќа, плаќа во, школка од
- πλησιάζω στα σλαβομακεδονικά - пристап, пристапот, приод
- πλοκάμι στα σλαβομακεδονικά - пипало, пипка
- πλοκή στα σλαβομακεδονικά - заговор, заплетот, парцела, заговорот, заплет
Τυχαίες λέξεις
Πλοίο στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: брод, бродот, на брод, бродови
Μεταφράσεις: брод, бродот, на брод, бродови