Σάλι στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: σάλι, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
шал, шалот, и шал
Σάλι στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σάλι

σάλι σπέκτρα, σάλι ράιντ, σάλι αξλ, σάλι με βελόνες, σάλι μπερίσα, σάλι λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σάλι στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ρύπανση στα σλαβομακεδονικά - загадувањето, загадување, на загадувањето, загадувањето на, загадување на
  • ρώμη στα σλαβομακεδονικά - силата, Рим, Римскиот, во Рим, на Рим
  • σάλος στα σλαβομακεδονικά - метеж, безредие, метежот, вознемираност, немири
  • σάλπιγγα στα σλαβομακεδονικά - рогот, труба, трубата, труби, Јајцевод
Τυχαίες λέξεις
Σάλι στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: шал, шалот, и шал