Σωρός στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: σωρός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
купот, купче, куп, наколни, колец
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σωρός
σωρός ελαχίστου, σωρός ή σορός, σωρός σύμπλεγμα των εχινάδων, σωρός μαρούσι, σωρός heap, σωρός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, σωρός στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- σωριάζομαι στα σλαβομακεδονικά - колапс, колапсот, падот, распадот, пропаѓањето
- σωριάζω στα σλαβομακεδονικά - снопот, граѓа, дрвена граѓа, старудија, дрвна, за дрвена граѓа
- σωσίας στα σλαβομακεδονικά - двојно, двоен, двојното, двојна, двојни
- σωστά στα σλαβομακεδονικά - правилно, коректно, точно, исправно, правилно да
Τυχαίες λέξεις
Σωρός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: купот, купче, куп, наколни, колец
Μεταφράσεις: купот, купче, куп, наколни, колец