Τρόμπα στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: τρόμπα, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
срце, пумпа, пумпи, пумпата, пумпа за, пумпни
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τρόμπα
τρόμπα για προσυμπιεσμένα αεροβόλα, τρόμπα νερού τιμή, τρόμπα μουσικό όργανο, τρόμπα μαρίνα, τρόμπα ποδηλάτου, τρόμπα λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τρόμπα στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- τρωκτικό στα σλαβομακεδονικά - глодари, глодар, глодарите, глодач, глушец
- τρόμος στα σλαβομακεδονικά - тремор, земјотресот, потрес, потресот, треперење
- τρόπαιο στα σλαβομακεδονικά - трофеј, трофејот, трофејната, трофејна, трофеи
- τρόπος στα σλαβομακεδονικά - начин, пат, патот, начинот, начинот на
Τυχαίες λέξεις
Τρόμπα στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: срце, пумпа, пумпи, пумпата, пумпа за, пумпни
Μεταφράσεις: срце, пумпа, пумпи, пумпата, пумпа за, пумпни