Τσιγαρίζω στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: τσιγαρίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
соте
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τσιγαρίζω
τσιγαρίζω ετυμολογία, τσιγαρίζω στα αγγλικά, τσιγαρίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τσιγαρίζω στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- τσεκούρι στα σλαβομακεδονικά - секира, секирата, ax, осовина, оска
- τσιγάρο στα σλαβομακεδονικά - цигари, цигара, цигарата, со цигари, цигарите
- τσιγκλώ στα σλαβομακεδονικά - Ciglane
- τσιγκουνεύομαι στα σλαβομακεδονικά - престој, несогласувањата, ангажман, мандат, предава
Τυχαίες λέξεις
Τσιγαρίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: соте
Μεταφράσεις: соте