Τόξο στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: τόξο, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
клунот, лак, поклонат, Топлинска, поклон, лакот
Τόξο στα σλαβομακεδονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τόξο

τόξο πιερίας, τόξο εφαπτομένης τυπος, τόξο κυνηγιού, τόξο αγορά, τόξο κύκλου, τόξο λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τόξο στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • τόλμημα στα σλαβομακεδονικά - вложување, потфат, ризичен, вложување на, претпријатие
  • τόνος στα σλαβομακεδονικά - тон, тонот, тонус, тонот на, tone
  • τόπος στα σλαβομακεδονικά - веб-сајт, место, местото, одржи, одвива, одржа
  • τόρνος στα σλαβομακεδονικά - струг
Τυχαίες λέξεις
Τόξο στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: клунот, лак, поклонат, Топлинска, поклон, лакот