Ακονίζω στα σλοβακικά
Μετάφραση: ακονίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
brúsiť
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακονίζω
ακονίζω μαχαίρια, πως ακονίζω, ακονίζω το μυαλό μου, ακονίζω στα αγγλικα, ακονίζω συνώνυμα, ακονίζω λεξικό γλώσσας σλοβακικά, ακονίζω στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- ακολουθία στα σλοβακικά - publikum, eskorta, sekvencie, sekvencia, reťazca, sekvenciu
- ακολουθώ στα σλοβακικά - nasledovať, usilovať, snažiť, usilovať sa, úsilie, sa usilovať
- ακουμπώ στα σλοβακικά - dotýkať, ovplyvniť, týkať, mať vplyv, mať vplyv na
- ακουστική στα σλοβακικά - akustika, akustiku, akustiky
Τυχαίες λέξεις
Ακονίζω στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: brúsiť
Μεταφράσεις: brúsiť