Εμπιστεύομαι στα σλοβακικά
Μετάφραση: εμπιστεύομαι, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
dôvera, dôveru, dôvery
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εμπιστεύομαι
εμπιστεύομαι συνώνυμο, σε εμπιστεύομαι, εμπιστεύομαι στα γαλλικά, εμπιστεύομαι συνώνυμα, εμπιστεύομαι λεξικό γλώσσας σλοβακικά, εμπιστεύομαι στα σλοβακικά
Μεταφράσεις
- εμπειρογνώμων στα σλοβακικά - odborný, odborník, poradca, porade, konzultant, znalec, expert
- εμπιστευτικός στα σλοβακικά - tajný, dôverný, dôverné, dôvernosť, sú dôverné, dôvernosti
- εμπιστοσύνη στα σλοβακικά - dôvera, dôveru, dôvery
- εμπλέκομαι στα σλοβακικά - zahrňovať, vrčanie, vrčania, vrčaní, hučanie
Τυχαίες λέξεις
Εμπιστεύομαι στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: dôvera, dôveru, dôvery
Μεταφράσεις: dôvera, dôveru, dôvery