Στενάζω στα σλοβακικά

Μετάφραση: στενάζω, Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
ston, stenať, stonanie, sténání, vzdychanie, stenanie, nárek
Στενάζω στα σλοβακικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στενάζω

στενάζω συνώνυμα, στενάζω λεξικό γλώσσας σλοβακικά, στενάζω στα σλοβακικά

Μεταφράσεις

  • στεγνός στα σλοβακικά - suchý, sucho, suchú, suché
  • στενά στα σλοβακικά - úzko, úzkej, v úzkej, je úzko, úzku
  • στενός στα σλοβακικά - tesný, pevný, súkromný, zavrieť, zatvoriť, Zatvorte, zavřít
  • στενόχωρος στα σλοβακικά - nepríjemný, nepríjemné
Τυχαίες λέξεις
Στενάζω στα σλοβακικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβακικά
Μεταφράσεις: ston, stenať, stonanie, sténání, vzdychanie, stenanie, nárek