Ακούσιος στα σλοβενικά
Μετάφραση: ακούσιος, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
neprostovoljno, neprostovoljne, neprostovoljna, nehoteno, neprostovoljnega
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ακούσιος
ακούσιος εγκλεισμός σε ψυχιατρείο, ακούσιος ορισμός, ακούσιος σημαίνει, εκούσιος ακούσιος, ακούσιος εγκλεισμός, ακούσιος λεξικό γλώσσας σλοβενικά, ακούσιος στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- ακουστική στα σλοβενικά - akustika, akustike, akustiko, acoustics, akustiki
- ακουστικός στα σλοβενικά - slušna, slušne, slušni, zvočna, zvočne
- ακούω στα σλοβενικά - čuti, slišati, poslušati, poslušajte, poslušanje, poslušaj, poslušate
- ακράδαντα στα σλοβενικά - močno, odločno, zelo, trdno, ostro
Τυχαίες λέξεις
Ακούσιος στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: neprostovoljno, neprostovoljne, neprostovoljna, nehoteno, neprostovoljnega
Μεταφράσεις: neprostovoljno, neprostovoljne, neprostovoljna, nehoteno, neprostovoljnega