Διασταύρωση στα σλοβενικά
Μετάφραση: διασταύρωση, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
spojení, junction, spoj, križišče, stičišče, stičišča
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διασταύρωση
διασταύρωση πεύκου, διασταύρωση ελέγχου, διασταύρωση αφμ, διασταύρωση αίματοσ, διασταύρωση σκύλων, διασταύρωση λεξικό γλώσσας σλοβενικά, διασταύρωση στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- διαστέλλω στα σλοβενικά - Rastegnuti, širijo, dilate, razširiti krvnih, razširjevanje
- διασταλτός στα σλοβενικά - dvo-
- διαστολή στα σλοβενικά - širitev, razširitev, ekspanzija, širjenje, širitve
- διαστρεβλώνω στα σλοβενικά - osnova, garble
Τυχαίες λέξεις
Διασταύρωση στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: spojení, junction, spoj, križišče, stičišče, stičišča
Μεταφράσεις: spojení, junction, spoj, križišče, stičišče, stičišča